|
Ανήκει στην οικογένεια Παπαβεριδών (Papaveraceae) και περιλαμβάνει πολυάριθμα είδη (υπάρχουν δέκα ποικιλίες παπαρούνας στην Ελλάδα). Πιο διαδεδομένη είναι η Μήκων η Ροιάς, η κόκκινη παπαρούνα των λιβαδιών, που έχει στεφάνη έντονου κόκκινου χρώματος. Η παπαρούνα είναι φυτό μονοετές, με βλαστό ύψους 20 – 50 εκ. συνήθως και φύλλα πτεροσχιδή και οδοντωτά. Έχει άνθη μεγάλα, κόκκινα, με ποδίσκο μακρύ. Τα άνθη της βγαίνουν την άνοιξη από τις μασχάλες τον φύλλων, πάνω σε μακριούς, τριχωτούς ποδίσκους και στρέφονται προς τα κάτω, πριν ακόμα ανοίξουν. Όταν ανοίξουν, ορθώνονται. Έχουν δύο τριχωτά σέπαλα, τέσσερα βαθυκόκκινα, αστραφτερά πέταλα, με μαύρη τη βάση τους. Οι στήμονες είναι πολλοί, μικροί, μαύροι. Οι καρποί είναι ατρακτοειδείς κάψες, που με τρύπες,, κοντά στην κορυφή τους, απελευθερώνουν 8-10 σπόρους, με τους οποίους το φυτό πολλαπλασιάζεται. |
|
Φαρμακευτικές ιδιότητες: Η παπαρούνα έχει ιδιότητες κατευναστικές και εφιδρωτικές, γι αυτό και χρησιμοποιήθηκε από παλιά ως φαρμακευτικό φυτό. Η κοινή παπαρούνα περιέχει ένα αλκαλοειδές, τη ροϊαδίνη, που είναι ηρεμιστική. Περιέχει επίσης σίδηρο, μαγγάνιο, κάλιο, ασβέστιο, ανόργανα και οργανικά οξέα, τα αλκαλοειδή (0,05%): ροιαδίνη, ροιαγενίνη, ανθοκυαν-γλυκοζίτες. Το έγχυμα των ανθέων της, αλλά και το δραστικότερο σιρόπι τους πίνεται ως αντιβηχικό, μαλακτικό και καταπραϋντικό. Είναι αποχρεμπτικό, σε μεγάλες δόσεις τοξικό, αντισπασμωδικό, υπνωτικό, μαλακτικό, εφιδρωτικό. ΠερισσότεραΣτην αρχαιότητα οι σπόροι της χρησιμοποιούνταν στην παρασκευή ψωμιών τους «μακωνίδες άρτους». Σήμερα σε ορισμένες περιοχές, μαζεύονται οι σπόροι της το καλοκαίρι, που προστίθενται σε ψωμί ή παξιμάδια. |