|
Είναι πολυετής πόα, ανήκει στην οικογένεια των Συνθέτων (Compositeae). Έχει βλαστό όρθιο, πολύκλαδο, σκληρό, ύψους 30-100 εκατ., με φύλλα τα κατώτερα φτεροσχιδή, τα υπόλοιπα λογχοειδή περίβλαστα και άνθη κυανά ανά 2-3 σε ακραία κεφάλια.Το είδος αυτό καλλιεργείται με διάφορες παραλλαγές. Χρησιμοποιούμενα τμήματα η ρίζα και τα φύλλα. Με κατάλληλη καλλιέργεια στο σκοτάδι δημιουργούνται φυτά με φύλλα χλωρωτικά, στενά και επιμήκη που έχουν ελάχιστα αναπτυγμένο έλασμα. Αποτελούν εκλεκτό λαχανικό γνωστό με το όνομα “γένεια του καπουτσίνου”, λόγω του φυλλώματος που έχει τριχοειδή μορφή. Επίσης έχουν επιτύχει ποικιλίες που δίνουν ρίζες υπερτροφικές. Οι ρίζες αυτές με κατάλληλη επεξεργασία χρησιμοποιούνται σαν υποκατάστατο του καφέ (cafe de chicoree, sucory). |
|
Φαρμακευτικές ιδιότητες: Τονωτικό, διεγείρει την όρεξη, καθαρτικό σε παθήσεις του δέρματος, αντιπυρετικό, κατά της δυσπεψίας, της χολολιθίασης, χολοκυστίτιδας, κεφαλαλγίας, φαρυγγίτιδας, έχει αντιασθματικές και αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες. Έρευνες έδειξαν ότι ο χυμός φύλλων κιχωρίου έχει υπογλυκαιμική δράση.Συστατικά-ουσίες: πρωτείνες, αμινοξέα, λιπίδια, ανόργανα στοιχεία (Κ, Na, Ca, P, Mg, Fe), βιταμίνες: ασκορβικό οξύ, ρετινόλη, θειαμίνη, ριβοφλαβίνη, νιασίνη, καροτενοειδή, ινουλίνη, αισκουλίνη, αισκουλετίνη, κιχωρίνη (0,1-0,2%), κιχωρικό οξύ (0,04-0,11%) και πικρές ουσίες: λακτουκίνη, λακτουκοπικρίνη και παράγωγά τους. ΠερισσότεραΓνωστό από τους αρχαίους χρόνους, αναφέρεται ήδη στον πάπυρο του Ebers 4.000 χρόνια π.Χ. και παρέμεινε σε όλη την αρχαιότητα σαν ένα πολύτιμο θεραπευτικό χόρτο.. Ο Θεόφραστος, ο Διοσκουρίδης και ο Πλίνιος αναφέρονται στο είδος αυτό με τις ονομασίες κιχόρη ή κιχόριον, ήμερος Σέρις, πικρίδα κ.ά. Ο Γαληνός το ονομάζει “φίλο του συκωτιού”.Οι αρχαίοι Έλληνες θεωρούσαν το πικρό ραδίκι σαν πολύ ωφέλιμο για την υγεία. Τα νέα φύλλα βράζονται και σήμερα ακόμα και τρώγονται με λάδι και ξύδι ως σαλάτα. Ο Διοσκορίδης εκτιμά τις διουρητικές ιδιότητες του φυτού, που είναι ωφέλιμο και για το στομάχι. Το ραδίκι αναφέρεται ακόμα σε ένα πάπυρο της 4ης π.Χ. χιλιετηρίδας |