ΔΗΜΟΣ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ: Ομιλία της Αρχ/νος Ιουλίας Παπασταύρου από την παρουσίαση της έκθεσης "Βασίλειος Κουρεμένος : Μια αρχιτεκτονική διαδρομή από το Παρίσι στα Γιάννενα"
Ομιλία της Αρχ/νος Ιουλίας Παπασταύρου από την παρουσίαση της έκθεσης "Βασίλειος Κουρεμένος : Μια αρχιτεκτονική διαδρομή από το Παρίσι στα Γιάννενα"
ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΚΟΥΡΕΜΕΝΟΣ
«μια αρχιτεκτονική διαδρομή από το Παρίσι στα Γιάννενα»
Περιοδική Έκθεση στη Δημοτική Πινακοθήκη Ιωαννίνων 20/3 – 20/4/2013
Το 1988 το Υπουργείο Πολιτισμού χαρακτηρίζει μια διατηρητέα μικρή πολυκατοικία στην οδό Δ. Αρεοπαγίτου στην Αθήνα, ως προστατευόμενο έργο τέχνης. Το 2007, το Υπουργείο προβαίνει στον αποχαρακτηρισμό του κτιρίου, με σκοπό την κατεδάφισή του, καθώς θα παρεμπόδιζε τη θέα των μνημείων της Ακρόπολης από το υπό ανέγερση Νέο Μουσείο. Η απόφαση αυτή προκάλεσε πλήθος αντιδράσεων στον αρχιτεκτονικό κόσμο αλλά και την κοινή γνώμη τόσο της Ελλάδας όσο και του εξωτερικού. Άρχισαν τότε όλοι να μιλάνε για έναν ιδιοφυή Ηπειρώτη αρχιτέκτονα, άγνωστο στο ευρύ κοινό, ο οποίος σχεδίασε ένα αξιόλογο δείγμα του ρεύματος της Art-Deco, σπάνιο στην ελληνική πρωτεύουσα. Ο Βασίλειος Κουρεμένος, 50 χρόνια μετά το θάνατό του, έγινε αντικείμενο αρχιτεκτονικών συζητήσεων και δημοσιευμάτων, και πολλοί ήταν αυτοί που αναζητούσαν πληροφορίες για το διακεκριμένο αρχιτέκτονα, καθηγητή του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, ιδρυτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών και συνεργάτη του Δημοτικού Μουσείου Ιωαννίνων.
Ο Βασίλειος Κουρεμένος γεννήθηκε το 1875 στο Βουλιαράτι της Β. Ηπείρου. Ένα από τα τρία παιδιά του Μάρκου Κουρεμένου, εμπόρου στους Αγ. Σαράντα, επέδειξε από νωρίς το ανήσυχο και εύστροφο πνεύμα του, καθώς και τη δίψα του για μάθηση. Σε ηλικία 13 ετών και αφού έχει ολοκληρώσει τις πρώτες τάξεις του σχολείου στο Δέλβινο και τα Γιάννενα, εγκαθίσταται στο Παρίσι, υπό την οικονομική προστασία του θείου του Γιώργου Κουρεμένου, ο οποίος εργάζεται στη Γαλλική πρωτεύουσα ως γιατρός. Στο Παρίσι ο Κουρεμένος προετοιμάζεται για να εισαχθεί στη σχολή της ιατρικής. Ωστόσο, η έμφυτη κλίση του προς τις τέχνες και η συναναστροφή με τους καλλιτεχνικούς κύκλους του Παρισιού, τον ωθούν στο να εγκαταλείψει τις ιατρικές σπουδές και να εισαχθεί το 1893 στο αρχιτεκτονικό τμήμα της Παρισινής Σχολής Καλών Τεχνών. Η απόφαση του αυτή προκαλεί την αντίδραση του θείου του, ο οποίος διακόπτει κάθε οικονομική ενίσχυση. Ο Κουρεμένος αποφοιτά από τη Σχολή το 1904, λαμβάνοντας τον τίτλο του Διπλωματούχου Αρχιτέκτονα της Γαλλικής Κυβέρνησης.
Στη σχολή της Μποζάρ, ο Κουρεμένος διδάσκεται ελεύθερο σχέδιο και αρχιτεκτονική σύνθεση. Τα αρχιτεκτονικά σχέδια που παράγει είναι εφάμιλλα έργων ζωγραφικής. Αυτή άλλωστε ήταν και η κατεύθυνση που έδινε η ίδια η σχολή. Οι φοιτητές αφιέρωναν αρκετό χρόνο απόδοση της φωτοσκίασης και την παραγωγή διαφορετικών χρωματικών τόνων με τεχνικές όπως η αραιωμένη σινική μελάνη και η υδατογραφία.
Μετά το τέλος των σπουδών του ζει και εργάζεται στο Παρίσι συμμετέχοντας παράλληλα σε διεθνείς διαγωνισμούς. Από το 1905 έως το 1907 σχεδιάζει το μνημείο της Βασίλισσα Βικτωρίας, το οποίο τοποθετείται μπροστά από το κοινοβούλιο του Δουβλίνου. Από το 1910 έως το 1915 εργάζεται στην Κωνσταντινούπολη, με κύριο έργο της περιόδου αυτής, το υποκατάστημα της Τράπεζας των Αθηνών, το οποίο σήμερα ανήκει στο πανεπιστήμιο της πόλης.
Ο Κουρεμένος εγκαθίσταται οριστικά στην Αθήνα στις αρχές της δεκαετίας του 1920, σε μια περίοδο μεγάλων και γρήγορων εξελίξεων, καθώς η Ελλάδα καλείται να αντιμετωπίσει νέες προκλήσεις, με κυριότερη τη Μικρασιατική καταστροφή. Χαρακτηριστικό της εποχής συνιστά η συσπείρωση γύρω από το ιδεολογικό περιεχόμενο του ελληνισμού και η αναζήτηση της ελληνικής παράδοσης στην τέχνη και την αρχιτεκτονική. Μέσα στο ευρύ φάσμα των μορφολογικών αναζητήσεων, σε ότι αφορά την αστική αρχιτεκτονική, ξεχωρίζει η δράση του Βασίλειου Κουρεμένου. Το έργο του περιλαμβάνει ιδιωτικές πολυκατοικίες, μονοκατοικίες, μικρό αριθμό δημόσιων κτιρίων, ταφικά μνημεία, μνημειακές συνθέσεις ηρώων. Η αρχιτεκτονική του γλώσσα αναγνωρίσιμη και ευδιάκριτη. Καθαροί όγκοι, επίπεδες επιφάνειες, νεοκλασικά στοιχεία και art deco λεπτομέρειες, ορθομαρμαρώσεις και ψηφιδωτές παραστάσεις είναι στοιχεία που χαρακτηρίζουν το κτιριακό του έργο.
Αποφεύγοντας την τελματική περιοχή της εργολαβικής αρχιτεκτονικής, αποδίδει στα έργα του τις αρχές ενός ορθολογικού σχεδιασμού, με έκδηλη την επιρροή από την ελληνική κλασική παράδοση. Ο Βασίλειος Κουρεμένος έχει βρει στην αρχιτεκτονική του το μέτρο του ελληνικού ρυθμού και της αρμονίας, αναγνωρίζοντας με έναν τρόπο διακριτικό και σιωπηρό τις δυνατότητες του καινοτόμου για την εποχή οπλισμένου σκυροδέματος. Παράλληλα με το έργο του στον Ελλαδικό χώρο, συμμετέχει σε αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς στην Ιρλανδία, τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, τη Μελβούρνη της Αυστραλίας, τη Χιλή, ενώ εκθέτει συχνά έργα του στις Διεθνείς Εκθέσεις του Παρισιού αποσπώντας θετικά σχόλια και βραβεία.
Το 1924 διορίζεται καθηγητής στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, στο μάθημα της κτιριολογίας. Τρία χρόνια αργότερα παραιτείται από τη θέση λόγω διαφωνιών στον τρόπο διεξαγωγής των μαθημάτων. Στην προσπάθειά του να επιβάλλει το σύστημα των ενιαίων εργαστηρίων διδασκαλίας, τα ατελιέ της σχολής Μποζάρ, βρήκε αντιμέτωπο τον καθηγητή της σχολής και διακεκριμένο αρχιτέκτονα Δημήτρη Πικιώνη. Το 1926, ως αναγνώριση της μεγάλης επιστημονικής του αξίας, διορίζεται τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, στην έδρα της αρχιτεκτονικής, από το πρώτο κιόλας έτος ίδρυσής της.
Ιδιόρρυθμος αλλά πάντα στοχαστικός και ποιητικός, ο Βασίλειος Κουρεμένος υπήρξε άμεμπτος ως καλλιτέχνης και ως άνθρωπος. Ανιδιοτελής, μέχρι το τέλος της ζωής του, γινόταν νευρικός και απόλυτος με όσους προσπαθούσαν να θίξουν την τέχνη του. Λάτρης της κλασικής μουσικής, του στριφτού τσιγάρου και της ρετσίνας, αδιαφορούσε για την εξωτερική του εμφάνιση παρομοιάζοντας τον εαυτό του με το Μιχαήλ Άγγελο. Ο ισχνός «Μαιτρ» Μπαζίλ, ο Βασιλάκης των φίλων του, μετατρέπεται λίγο πριν το θάνατό του σε άνθρωπο παράξενο, ερμητικό, πικραμένο που δεν μπόρεσε να επιβάλει τις αρχιτεκτονικές αρχές του στην Ελλάδα και που δεν κατάφερε να εκλεγεί Ακαδημαϊκός στη Γαλλία.
Η προσφορά του Βασίλειου Κουρεμένου όμως δεν περιορίστηκε μόνο στην αρχιτεκτονική κληρονομιά, αλλά συνεχίζεται και μετά το θάνατό του, μέσω της διαθήκης του. Κληροδοτεί στην Ακαδημία Αθηνών πολυκατοικία στην Αθήνα, ώστε να δίνεται από τα έσοδά της υποτροφία στους φοιτητές που αριστεύουν στην αρχιτεκτονική, τη γλυπτική, τη ζωγραφική, τη διακοσμητική ή τη μουσική, για να συνεχίσουν τις σπουδές του στο Παρίσι. Κατόπιν επιθυμίας του προτιμούνται οι φοιτητές που κατάγονται από την Ήπειρο. Στη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού κληροδοτεί τα ακίνητα που είχε αποκτήσει στο Παρίσι, ώστε με τα εισοδήματά τους, να απονέμεται κάθε χρόνο ένα βραβείο, που φέρει το όνομα «Ελληνικό Βραβείο», στους φοιτητές που διαπρέπουν στον ελληνικό ρυθμό των εικαστικών τεχνών. Μέρος της βιβλιοθήκης του αφήνει στην Ακαδημία Αθηνών.
Τέλος, στο Δήμο Ιωαννιτών κληροδοτεί μέρος των βιβλίων του και το σύνολο του προσωπικού του αρχείου. Πρόκειται για ένα ιδιαίτερα μεγάλο και ολοκληρωμένο αρχείο, σπάνιο για τα ελληνικά δεδομένα, το οποίο αριθμεί περισσότερα από 60 σχέδια και προπλάσματα μνημείων. Στην έκθεση που φιλοξενεί η Δημοτική Πινακοθήκη της πόλης μας παρουσιάζεται το μεγαλύτερο μέρος του αρχείου. Πρόκειται για σχέδια από τη φοιτητική και επαγγελματική πορεία του Βασίλειου Κουρεμένου, τα οποία χρονολογούνται από το 1893 έως το 1950 και αποτελούν έργα ιδιαίτερης καλλιτεχνικής αξίας.
Ιουλία Παπασταύρου
Αρχιτέκτων Μηχανικός ΕΜΠ
BEng. Architectural Engineering, Cardiff University, UK
Υποψ. Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων