Έναυσμα για έρευνα στα βάθη των αιώνων
Έναυσμα για έρευνα στα βάθη των αιώνων

Μια σημαντική παρακαταθήκη, το έναυσμα για περαιτέρω έρευνα και ανάδειξη των ιστορικών, αρχαιολογικών και λαογραφικών στοιχείων της περιοχής των Κατσανοχωρίων, που παραμένουν ανεξερεύνητα για αιώνες, αποτελούν οι ανακοινώσεις των ειδικών επιστημόνων που συμμετείχαν στην εξαιρετική ημερίδα που διοργανώθηκε το περασμένο Σάββατο, στο Κωστήτσι, στο συνεδριακό κέντρο του ξενοδοχείου “Princess Lanassa”. Την ημερίδα διοργάνωσαν ο Οργανισμός Νεολαίας, Άθλησης και Πολιτισμού του Δήμου Βορείων Τζουμέρκων και ο Σύλλογος Κατσάνων με πρωτοβουλία και σημαντική βοήθεια από το μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου, υποψήφιο Διδάκτορα Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Γρηγόρη Μανόπουλο, με την συμμετοχή Ελλήνων αλλά και ξένων επιστημόνων και ερευνητών. Εντυπωσιακά ήταν τα αποτελέσματα της έρευνας του Καθηγητή Machiel Kiel από το Netherlands Institute στην Τουρκία, που για πολλούς μήνες μελέτησε τα ιστορικά αρχεία του Οθωμανικού κράτους, όπως επίσης εντυπωσιακό, καθώς παραμένει άγνωστο για τους περισσότερους, είναι ότι στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ιωαννίνων φιλοξενείται το μοναδικό εύρημα επιτύμβιας στήλης από την περιοχή. Την διοργάνωση της ημερίδας, που προσέλκυσε δεκάδες κατοίκους της περιοχής και όχι μόνο, χαιρέτισαν ο Δήμαρχος Γ. Σεντελές, ο πρόεδρος του Οργανισμού Σπ. Νταλαούτης, ο Πρόεδρος του Συλλόγου Κατσάνων Ν. Μποβαρέτος και ο περιφερειακός σύμβουλος Γ. Καραμπίνας, τονίζοντας όλοι την σημασία της εκδήλωσης, οι ανακοινώσεις της οποίας θα εκδοθούν το επόμενο διάστημα. Τα Κατσανοχώρια μέσα από τα Οθωμανικά Αρχεία Αποσπάσματα από τα Οθωμανικά Αρχεία, που συνέλεξε κατά την πολύμηνη έρευνά του παρουσίασε ο κ. Kiel. Τα στοιχεία προέρχονται από τις καταγραφές κατά τον 16ο και 17ο αιώνα αναφορικά με τον πληθυσμό και την φορολογία (tahrir). «Πρόκειται για μια ουδέτερη πηγή, σαν ένα τηλεφωνικό κατάλογο», ανέφερε ο Καθηγητής. Για τα Κατσανοχώρια, στην τότε επαρχία των Ιωαννίνων, διατηρούνται μόνο τρεις καταγραφές από το 1520, 1564/65 και 1579 και δείχνουν την εξέλιξη των 14 χωριών, νοικοκυριό ανά νοικοκυριό, αναφέροντας όνομα και πατρώνυμο. Παράλληλα παρατίθενται στοιχεία για την αγροτική παραγωγή κάθε χωριού. Για παράδειγμα, αναφέρεται η ποσότητα της παραγωγής δημητριακών ή κρασιού που κατέβαλε κάθε νοικοκυριό, ανάλογα με το συνολικό μέγεθος της παραγωγής ή ο αριθμός των εργένηδων και των χήρων σε κάθε νοικοκυριό. Τα αρχεία αυτά μπορούν να αποτελέσουν πολύτιμες πηγές για τον πληθυσμό της εποχής, σε συνδυασμό και με άλλες πηγές, όπως τα αρχεία που υπάρχουν στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Σόφιας. Στα Αρχεία υπάρχουν αντίστοιχα στοιχεία για ολόκληρη την τότε Οθωμανική Αυτοκρατορία και αποτυπώνεται η εξέλιξη του πληθυσμού σε κάθε περιοχή, που επηρεάζεται βέβαια από πολλούς και διαφορετικούς παράγοντες. Είναι χαρακτηριστικό πως τον 17ο αιώνα παρουσιάζεται μείωση του πληθυσμού στα Κατσανοχώρια, κάτι που σύμφωνα με τον κ. Kiel, εντοπίζεται σχεδόν σε ολόκληρη την Ευρώπη. Το φαινόμενο εκτιμάται ότι οφείλεται στους παγετώνες που έπληξαν την Ισλανδία, με αποτέλεσμα να υπάρξει ανεπάρκεια τροφής και να οδηγήσει σε θανάτους. Ταφικά ευρήματα στα Πλαίσια Γεωγραφικά και αρχαιολογικά στα Κατσανοχώρια ξεχωρίζει η μικρή κλειστή λεκάνη Καλεντζίου-Πλαισίων, η οποία επεκτείνεται στα νότια προς την περιοχή των Πηγαδιών, όπως ανέφερε στην ημερίδα η αρχαιολόγος Βασιλική Σιώζου. Στο βορειοανατολικό τμήμα της λεκάνης και στη θέση Καστρί ανατολικά του Καλεντζίου εντοπίζονται τμήματα οχυρωματικού τείχους και κτιρίων ελληνιστικών κυρίως χρόνων, τα οποία ανήκουν στο σημαντικότερο έως σήμερα γνωστό αρχαίο οικισμό-πόλισμα της περιοχής (ΦΕΚ 35/Β/02-02-1962). Ενδείξεις χρήσης του χώρου κατά την αρχαιότητα σημειώνονται και σε άλλες θέσεις της εγγύτερης περιοχής εκτός της ακρόπολης. Στο βορειοδυτικό τμήμα της λεκάνης στη θέση Κακολάγκαδο Πλαισίων ερευνήθηκε τμήμα νεκροταφείου ελληνιστικών χρόνων. Μικρότερες οχυρωματικές παρεμβάσεις είναι γνωστές στο Ελληνικό (βορειότερο άκρο περιοχής) και ενδείξεις ύπαρξης ανοικτού οικισμού στην Πλατανούσα (νοτιότερο άκρο περιοχής). Αρχαίοι τάφοι αναφέρονται στο Πάτερο, στην Κορίτιανη, στα Πηγάδια, στο Μονολίθι και στην Πλατανούσα. Στο σημαντικότερο εύρημα από την περιοχή, μια επιτύμβια στήλη που αναγράφει το όνομα «Αμμιλό Σιμία», αναφέρθηκε η Δρ Αρχαιολόγος της ΙΒ’ Ε.Π.Κ.Α. Ιουλία Κατσαδήμα. Παρουσίασε τα ευρήματα από το ταφικό σύνολο στη θέση Κακολάγκαδο της κοινότητας Πλαισίων, που προέκυψαν από σωστική ανασκαφή ενός ταφικού περιβόλου και ενός παρακείμενου τάφου, η οποία άρχισε το 1993 με αφορμή την εύρεση μιας επιτάφιας στήλης και συνεχίστηκε το 1998, χάρις την ευγενική χορηγία του αείμνηστου εκπαιδευτικού Β. Γιαννούλα. Η στήλη, με στοιχεία 7416, ανήκει στον τύπο των στηλών Βορειοδυτικής Ελλάδας και εκτίθεται σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ιωαννίνων. Χρονολογείται στις αρχές του 2ου αι. π. Χ. “Η μαρτυρία της, όπως και των υπόλοιπων ευρημάτων είναι πολύτιμη καθώς προέρχονται από μια περιοχή της μολοσσικής ενδοχώρας, ελάχιστα γνωστής έως τώρα στην έρευνα και χρονολογούνται σε μια περίοδο ιδιαίτερα σημαντική για την Ήπειρο”, ανέφερε η κ. Κατσαδήμα. Τα Κατσανοχώρια το Μεσαίωνα Λεπτομέρειες για την πολιτική ιστορία, τις μεταναστεύσεις στη μεσαιωνική Ήπειρο και την καθημερινή ζωή στα χωριά, που προκύπτουν κυρίως από το χρυσόβουλλο του Ανδρόνικου Β' του 1321, έδωσε ο Δρ. Βυζαντινής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Τουλούζης Brendan Osswald. Ο κ. Osswald αναφέρθηκε στις περιστάσεις μέσα στις οποίες τα Κατσανοχώρια έγιναν μέρος του κράτους της Ηπείρου μετά το 1204, καθώς και οι λόγοι για τους οποίους αυτά ανήκαν στη ζώνη επιρροής των Ιωαννίνων και όχι της Άρτας. Αξίζει να σημειωθεί ότι στο χρυσόβουλλο του Ανδρονίκου Β’ αναφέρονται ως κτήματα της Μητρόπολης Ιωαννίνων. Άλλωστε και αργότερα ακολουθούν την μοίρα των Ιωαννίνων, μέχρι την άλωση από τους Οθωμανούς το 1430. Σε ότι αφορά στην καθημερινή ζωή των κατοίκων, ο μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιωάννης Απόκαυκος, δίνει πληροφορίες για τις γεωργικές τέχνες και την παραγωγή, ενώ, όπως ανέφερε ο κ. Osswald, το χρυσόβουλο δείχνει ξεκάθαρα την πολιτική, οικονομική και θρησκευτική εξάρτηση από την πόλη, η οποία επιβεβαιώνεται και από άλλες πηγές. Όπως ανέφερε στην εισήγησή του ο Καθηγητής Βυζαντινής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Μιχαήλ Κορδώσης, το χωριό Λοζέτζι, σήμερα Ελληνικό, αναφέρεται επανειλημμένα στο χρυσόβουλο του 1321, με το οποίο παραχωρούνται προνόμια στην Εκκλησία των Ιωαννίνων, από τον αυτοκράτορα Ανδρόνικο Β’ Παλαιολόγο. Το μισό χωριό Λοζέτζι είχε ήδη παραχωρηθεί στην Εκκλησία των Ιωαννίνων (όπως και το «σιγιλλατίκιον» του Σίμωνος, που βρισκόταν στην ίδια περιοχή) και στον14ο αιώνα παρέχεται από τον Συργιάννη Παλαιολόγο το δεύτερο μισό, μαζί με την αγορά Κασιανού και είκοσι εστίες Βλάχων. Με την παραχώρηση αυτή το Λοζέτζι είναι το μοναδικό χωριό στην περιοχή του που δόθηκε εξολοκλήρου στην Εκκλησία. Καλλιτεχνική και θρησκευτική δημιουργία Στην απογευματινή συνεδρία έγινε ιδιαίτερη αναφορά στην καλλιτεχνική δημιουργία και την θρησκευτική κληρονομιά. Οι ζωγράφοι από τα Κατσανοχώρια, οι οποίοι ιστορούν ναούς κοντά στον τόπο καταγωγής τους, εντάσσονται στην πλούσια καλλιτεχνική παραγωγή του 18ου αιώνα στην Ήπειρο. Σύμφωνα με την Λέκτορα Βυζαντινής και Μεταβυζαντινής Αρχαιολογίας και Τέχνης του Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων Κατερίνα Κοντοπανάγου, από την αρχή της καλλιτεχνικής τους πορείας τα εικονογραφικά προγράμματα των ναών που διακοσμούν, ανταποκρίνονται στις αισθητικές προτιμήσεις των χορηγών και εκφράζουν το ανανεωτικό πλαίσιο του 18ου αιώνα και την ποικιλομορφία της θρησκευτικής τέχνης της εποχής. Για τη ναοδομία από τον 15ο έως τον 17ο αιώνα στα πλαίσια της εκκλησιαστικής αρχιτεκτονικής της εποχής στην Ήπειρο, μίλησε ο Επίκουρος Καθηγητής του Τμήματος Αρχιτεκτόνων του Πανεπιστημίου Πατρών, Σταύρος Μαμαλούκος, ενώ στον τοιχογραφικό διάκοσμο του Ναού της Κοίμησης της Θεοτόκου στην Κορύτιανη και γενικότερα στην εντοίχια ζωγραφική του πρώτου μισού του 17ου αιώνα στα Κατσανοχώρια αναφέρθηκε ο Δρ. Αρχαιολογίας Ιωαννης Χουλιαράς. Με αφορμή τοιχογραφίες από την περιοχή των Κατσανοχωρίων η Δρ Ιστορίας της Τέχνης Βιργινία Μαυρίκα, αναφέθηκε στην Νεοελληνική Εκκλησιαστική Ζωγραφική και τις επιρροές των νεώτερων τοιχογραφιών (ύστερου 19ου-πρώιμου 20ού αιώνα) σε εκκλησίες της περιοχής των Κατσανοχωρίων από τα έργα των μεγάλων ζωγράφων της δυτικής ζωγραφικής (16ου-17ου αιώνα), τη νεοελληνική ζωγραφική που παράγεται κατ’ επίδραση του κύκλου των Ναζαρηνών, την ακαδημαϊκή τέχνη της κεντροευρωπαϊκή Ευρώπης, τη νεορωσική εκκλησιαστική ζωγραφική. «Ειδικότερα στην συγκεκριμένη περιοχή, η εντονότερη από όλες αυτές τις επιρροές φαίνεται πως είναι η τελευταία, η οποία ασκείται όχι τόσο μέσω της νεώτερης τέχνης που παράγεται στις μονές του Αγίου Όρους (όπως παρατηρείται κατά κανόνα σε άλλες περιοχές), όσο μέσω της απευθείας μεταφοράς έργων τέχνης από τη Ρωσία, πιθανόν με την σύμπραξη των ηπειρωτικής καταγωγής Ελλήνων της Διασποράς», ανέφερε. Στην καλλιτεχνική δραστηριότητα του Ζωγράφου Ευσταθίου εκ Σκλίβανης, αναφέρθηκε ο Ομότιμος Καθηγητής Βυζαντινής Αρχαιολογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Γεώργιος Βελένης. Πρόκειται για έναν αξιόλογο Ηπειρώτη ζωγράφο του δεύτερου μισού του 17ου αιώνα, ο οποίος υπογράφει τα έργα του ως «ιερεύς Ευστάθιος» ή και απλά με το όνομά του, χωρίς το εκκλησιαστικό αξίωμα. Η γενέτειρά του (?), η Σκλίβανη, δηλώνεται σε μία εικόνα της Θεοτόκου (1694) από τον γειτονικό οικισμό της Πλατανούσας. Σύμφωνα με τον κ. Βελένη, το ίδιο όνομα φέρουν και άλλοι ζωγράφοι του 17ου αιώνα από την Ήπειρο, με αποτέλεσμα να δημιουργείται σύγχυση στην έρευνα. Στην ημερίδα παρουσιάστηκε μία αξιόλογη ομάδα έργων που προέρχεται από τα Κατσανοχώρια και καλύπτει ένα ευρύ χρονικό φάσμα της καλλιτεχνικής δράσης του ιερέα - ζωγράφου Ευσταθίου από τα μέσα της δεκαετίας του 1660, έως και τα τέλη του 17ου αιώνα. Χορηγοί και δωρητές Με τα πρόσωπα που διοχέτευσαν ένα μέρος του λιγοστού ή μεγαλύτερου πλούτου τους σε έργα στην περιοχή από τον 17ο έως τον 1ο αιώνα, «έκλεισε» την ημερίδα ο Υποψήφιος Διδάκτορας Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Γρηγόρης Μανόπουλος. Έμποροι, κληρικοί, αξιωματούχοι της Οθωμανικής Διοίκησης, ευεργέτες, αλλά και απλοί αγρότες συνέβαλλαν για την κατασκευή μνημείων της περιοχής, όπως αναδεικνύεται από τις αφιερωματικές ή κτητορικές επιγραφές, καθώς και άλλες διαθέσιμες πηγές, που παρουσίασε ο κ. Μανόπουλος. Της ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΧΑΛΑΤΣΗ
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
											
	
															
															
															
															
															
															
															
															
			
									
			
			        


























